Της Λίτσας Αμμανατίδου*
"Περισσότερα σκουπίδια υπόσχονται στη Δ. Μακεδονία"
Για δεκαετίες οι κυβερνήσεις της χώρας έπαιζαν με το πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων εξασφαλίζοντας πάντοτε τις πιο πρόχειρες λύσεις σε μια λογική διατήρησης πελατειακών σχέσεων με την τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία με τη σειρά της ενθαρρυνόταν σε ένα διαρκές «εργολαβικό παιχνίδι». Σχεδόν σε όλη τη χώρα άνοιγαν σαν πληγές ΧΑΔΑ και ΧΥΤΑ, τη στιγμή που αυτές οι μέθοδοι θεωρούνται ξεπερασμένες και νέοι δρόμοι έχουν ανοίξει, που αντιμετωπίζουν πλέον τα απορρίμματα ως υλικό προς χρήση και εν τέλει και ως πηγή δημόσιων εσόδων.
Όταν λοιπόν οι πληγές αυτές κακοφόρμισαν, οι περιβαλλοντικές συνέπειες ήταν τεράστιες, μολύνσεις του υδροφόρου ορίζοντα και της ατμόσφαιρας από ανεξέλεγκτη καύση των σκουπιδιών κλπ. Κοντά σ’ αυτές και οι συνέπειες στην τσέπη των πολιτών, καθώς αυτού του είδους η διαχείριση επέσυρε μια σειρά από βαριά πρόστιμα από την ΕΕ. Με την τοπική αυτοδιοίκηση τελείως απαξιωμένη, οι κυβερνήσεις ενέταξαν τη διαχείριση απορριμμάτων στους περιφερειακούς σχεδιασμούς με τον χειρότερο τρόπο: προωθώντας ΣΔΙΤ και επιτρέποντάς στους ιδιώτες να αποφασίζουν οι ίδιοι τις τεχνολογίες διαχείρισης. Το παράδειγμα της ΔΙΑΔΥΜΑ Α.Ε. είναι διαφωτιστικό.
Η εταιρεία στην οποία είναι μέτοχοι οι δήμοι Γρεβενών, Καστοριάς, Φλώρινας, Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, καθώς και οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων & Κοινοτήτων (ΤΕΔΚ) των τεσσάρων νομών της Δυτικής Μακεδονίας είναι ουσιαστικά ένας φορέας διαχείρισης αποβλήτων, ο οποίος επιχειρεί μέσω ΣΔΙΤ να αναθέσει τη διαχείριση των απορριμμάτων σε ιδιώτη. Σύμφωνα με τις προκηρύξεις και τα προσχέδια των συμβάσεων, η ΔΙΑΔΥΜΑ θα εξασφαλίσει με τις υποδομές της ότι το σύνολο του όγκου των απορριμμάτων της περιοχής θα αποδίδεται στην ιδιωτική εταιρία-ανάδοχο του διαγωνισμού, η οποία θα επιλέξει τελικά με βάση το οικονομικό της συμφέρον ποια τεχνολογία διαχείρισης θα εφαρμόσει. Η επικείμενη συμφωνία αναφέρεται σε εγγυημένη ποσότητα 90.000 τόνων ετησίως για 27 χρόνια, όγκος που προκύπτει από την «αύξηση του όγκου των σκουπιδιών εξαιτίας της προσδοκώμενης ανόδου του βιοτικού επιπέδου»! Εφόσον τα απορρίμματα είναι τελικά λιγότερα από το προβλεπόμενο, οι δήμοι θα αποζημιώνουν την ανάδοχο εταιρεία. Ενώ λοιπόν υπάρχουν δυνατότητες να προσπορίζει το Δημόσιο κέρδος από αυτή τη διαδικασία, τώρα θα πληρώνει κι από πάνω τον εκάστοτε ιδιώτη.
Η διαχείριση των απορριμμάτων στη χώρα μας διαγράφει πολύ άσχημη πορεία και αυτό είναι κάτι που θα το δούμε σύντομα μπροστά μας. Εμείς στο ΣΥΡΙΖΑ -ΕΚΜ έχουμε προτείνει επανειλημμένα την αναθεώρηση του περιφερειακού σχεδιασμού ενάντια σε οποιασδήποτε μορφή ιδιωτικοποιήσεων, και την ανάθεση της διαχείρισης απορριμμάτων στους αιρετούς φορείς της Τ.Α., η οποία πρέπει να φροντίζει ώστε η διαχείριση να γίνεται σε μικρές ή μεσαίες μονάδες χαμηλής όχλησης, με διαλογή στην πηγή και με την εξής ιεραρχία: α) πρόληψη, β) προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση, γ) ανακύκλωση, δ) άλλου είδους ανάκτηση, όπως ανάκτηση ενέργειας, και δ) διάθεση. Με ένα τέτοιο μοντέλο πετυχαίνουμε σωστή περιβαλλοντική μέριμνα, οικονομικά οφέλη για το δημόσιο, θέσεις εργασίας, καθαρές και βιώσιμες πόλεις. Γιατί δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι πολιτισμός μιας κοινωνίας αποτυπώνεται μεταξύ άλλων και στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τα σκουπίδια της.
* Η Λίτσα Αμμανατίδου είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ της Β΄ Θεσσαλονίκης.
"Περισσότερα σκουπίδια υπόσχονται στη Δ. Μακεδονία"
Για δεκαετίες οι κυβερνήσεις της χώρας έπαιζαν με το πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων εξασφαλίζοντας πάντοτε τις πιο πρόχειρες λύσεις σε μια λογική διατήρησης πελατειακών σχέσεων με την τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία με τη σειρά της ενθαρρυνόταν σε ένα διαρκές «εργολαβικό παιχνίδι». Σχεδόν σε όλη τη χώρα άνοιγαν σαν πληγές ΧΑΔΑ και ΧΥΤΑ, τη στιγμή που αυτές οι μέθοδοι θεωρούνται ξεπερασμένες και νέοι δρόμοι έχουν ανοίξει, που αντιμετωπίζουν πλέον τα απορρίμματα ως υλικό προς χρήση και εν τέλει και ως πηγή δημόσιων εσόδων.
Όταν λοιπόν οι πληγές αυτές κακοφόρμισαν, οι περιβαλλοντικές συνέπειες ήταν τεράστιες, μολύνσεις του υδροφόρου ορίζοντα και της ατμόσφαιρας από ανεξέλεγκτη καύση των σκουπιδιών κλπ. Κοντά σ’ αυτές και οι συνέπειες στην τσέπη των πολιτών, καθώς αυτού του είδους η διαχείριση επέσυρε μια σειρά από βαριά πρόστιμα από την ΕΕ. Με την τοπική αυτοδιοίκηση τελείως απαξιωμένη, οι κυβερνήσεις ενέταξαν τη διαχείριση απορριμμάτων στους περιφερειακούς σχεδιασμούς με τον χειρότερο τρόπο: προωθώντας ΣΔΙΤ και επιτρέποντάς στους ιδιώτες να αποφασίζουν οι ίδιοι τις τεχνολογίες διαχείρισης. Το παράδειγμα της ΔΙΑΔΥΜΑ Α.Ε. είναι διαφωτιστικό.
Η εταιρεία στην οποία είναι μέτοχοι οι δήμοι Γρεβενών, Καστοριάς, Φλώρινας, Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, καθώς και οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων & Κοινοτήτων (ΤΕΔΚ) των τεσσάρων νομών της Δυτικής Μακεδονίας είναι ουσιαστικά ένας φορέας διαχείρισης αποβλήτων, ο οποίος επιχειρεί μέσω ΣΔΙΤ να αναθέσει τη διαχείριση των απορριμμάτων σε ιδιώτη. Σύμφωνα με τις προκηρύξεις και τα προσχέδια των συμβάσεων, η ΔΙΑΔΥΜΑ θα εξασφαλίσει με τις υποδομές της ότι το σύνολο του όγκου των απορριμμάτων της περιοχής θα αποδίδεται στην ιδιωτική εταιρία-ανάδοχο του διαγωνισμού, η οποία θα επιλέξει τελικά με βάση το οικονομικό της συμφέρον ποια τεχνολογία διαχείρισης θα εφαρμόσει. Η επικείμενη συμφωνία αναφέρεται σε εγγυημένη ποσότητα 90.000 τόνων ετησίως για 27 χρόνια, όγκος που προκύπτει από την «αύξηση του όγκου των σκουπιδιών εξαιτίας της προσδοκώμενης ανόδου του βιοτικού επιπέδου»! Εφόσον τα απορρίμματα είναι τελικά λιγότερα από το προβλεπόμενο, οι δήμοι θα αποζημιώνουν την ανάδοχο εταιρεία. Ενώ λοιπόν υπάρχουν δυνατότητες να προσπορίζει το Δημόσιο κέρδος από αυτή τη διαδικασία, τώρα θα πληρώνει κι από πάνω τον εκάστοτε ιδιώτη.
Η διαχείριση των απορριμμάτων στη χώρα μας διαγράφει πολύ άσχημη πορεία και αυτό είναι κάτι που θα το δούμε σύντομα μπροστά μας. Εμείς στο ΣΥΡΙΖΑ -ΕΚΜ έχουμε προτείνει επανειλημμένα την αναθεώρηση του περιφερειακού σχεδιασμού ενάντια σε οποιασδήποτε μορφή ιδιωτικοποιήσεων, και την ανάθεση της διαχείρισης απορριμμάτων στους αιρετούς φορείς της Τ.Α., η οποία πρέπει να φροντίζει ώστε η διαχείριση να γίνεται σε μικρές ή μεσαίες μονάδες χαμηλής όχλησης, με διαλογή στην πηγή και με την εξής ιεραρχία: α) πρόληψη, β) προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση, γ) ανακύκλωση, δ) άλλου είδους ανάκτηση, όπως ανάκτηση ενέργειας, και δ) διάθεση. Με ένα τέτοιο μοντέλο πετυχαίνουμε σωστή περιβαλλοντική μέριμνα, οικονομικά οφέλη για το δημόσιο, θέσεις εργασίας, καθαρές και βιώσιμες πόλεις. Γιατί δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι πολιτισμός μιας κοινωνίας αποτυπώνεται μεταξύ άλλων και στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τα σκουπίδια της.
* Η Λίτσα Αμμανατίδου είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ της Β΄ Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου